Ο κερατοειδής είναι ο πρόσθιος διαφανής χιτώνας του ματιού που επιτρέπει την είσοδο του φωτός στο εσωτερικό του ματιού και έτσι βλέπουμε καθαρά.
Τραυματισμοί, μολύνσεις αλλά και πολλές κληρονομικές παθήσεις μπορούν να προκαλέσουν θόλωση , παραμόρφωση ή και ουλές στον κερατοειδή.
Όταν ο κερατοειδής θολώσει το φως δεν μπορεί να περάσει μέσα στο μάτι και να φθάσει στον αμφιβληστροειδή με αποτέλεσμα ελάττωση της όρασης ή ακόμα και τύφλωση.
Μόνιμη θολερότητα στον κεντρικό άξονα του κερατοειδή, θεραπεύεται μόνο με την μεταμόσχευση του κερατοειδούς δηλαδή την αντικατάσταση του πάσχοντος κερατοειδούς από τον κερατοειδή ανθρώπινου δότη.
Μεταμόσχευση κερατοειδούς είναι η αντικατάσταση του κερατοειδούς ή τμήματος αυτού από κερατοειδή δότου.
Η μεταμόσχευση κερατοειδούς έχει καλλίτερα αποτελέσματα από μεταμοσχεύσεις άλλων ιστών π.χ. νεφρών, καρδιάς κ.λ.π. λόγω της έλλειψης αγγείων και την ελάχιστη αντιγονική αντίδραση η οποία οδηγεί στην απόρριψη του μοσχεύματος.
Η επέμβαση γίνεται με τοπική ή γενική νάρκωση και αφού αφαιρεθεί ο πάσχων κερατοειδής με ειδικό όργανο τοποθετείται και συρράπτεται ο κερατοειδής του δότου. Ο ασθενής εξέρχεται του νοσοκομείου αυθημερόν λαμβάνοντας οδηγίες και φαρμακευτική αγωγή με κύριο σκοπό την αποφυγή μόλυνσης του οφθαλμού και απόρριψη του μοσχεύματος. Τα ράμματα αφαιρούνται σταδιακά από τον 5ο μήνα έως την πλήρη επούλωση που μπορεί να γίνει και σε περισσότερο από ένα χρόνο.